Αναφέρεται σε μια διαταραχή της φυσιολογικής ανάπτυξης του ισχίου.
Παλαιότερα περιγράφονταν ως συγγενές εξάρθρημα του ισχίου, αλλά αυτός ο όρος έχει εγκαταλειφθεί, καθώς η πάθηση παρουσιάζεται με εύρος εκδηλώσεων από δυσπλασία (ήπια παραμόρφωση) ως υπεξάρθρημα ή και εξάρθρημα του ισχίου.
Αιτιολογία
Η αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου είναι η πιο συχνή ορθοπαιδική πάθηση στα νεογέννητα και παρατηρείται με συχνότητα 1 στα 100.
Παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης είναι:
- πρωτότοκα
- θήλεα
- ισχιακή προβολή κατά την κύηση
- θετικό οικογενειακό ιστορικό
- ολιγοϋδράμνιο
Διάγνωση
Η λεπτομερής λήψη ιστορικού και η κλινική εξέταση βοηθούν σημαντικά στη διάγνωση. Ο κλινικός έλεγχος περιλαμβάνει διάφορα σημεία που δύνανται να υποδηλώνουν την πάθηση, όπως είναι τα Barlow sign, Ortolani sign, Galeazzi sign, η ασυμμετρία των δερματικών πτυχών του μηρού και ο περιορισμός στην απαγωγή.
Ο υπερηχογραφικός έλεγχος είναι η πλέον αξιόπιστη εξέταση για τη διάγνωση της αναπτυξιακής δυσπλασίας του ισχίου και ειδικά η μέθοδος Graf. Πρόκειται για μια εξέταση που γίνεται ανώδυνα, μέχρι τον 6ο περίπου μήνα ζωής του βρέφους. Καλύτερος χρόνος εξέτασης είναι η 3η με 4η εβδομάδα.
Θεραπεία
Η θεραπεία εξαρτάται από την έγκαιρη διάγνωση, ενώ καθορίζεται από τον τύπο της δυσπλασίας.
Πριν από τη συμπλήρωση των 6 μηνών η θεραπεία περιλαμβάνει ειδικούς κηδεμόνες απαγωγής και κάμψης των ισχίων οι οποίοι εφαρμόζονται για μερικές εβδομάδες.
Μετά τους 6 μήνες απαιτείται συνήθως η τοποθέτηση ειδικού γύψου, ενώ σε μεγαλύτερες ηλικίες (άνω των 18 μηνών) ή επί αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής απαιτείται χειρουργική αντιμετώπιση με διάφορα είδη οστεοτομίας.